Οι γονείς των παιδιών που αναζητούν ορθοδοντική ενημέρωση και συμβουλή λαμβάνουν συχνά αντικρουόμενες απόψεις για την ιδανική στιγμή θεραπευτικής παρέμβασης, γεγονός που τους οδηγεί μάλλον σε σύγχυση για το τι είναι ορθό για την υγεία του παιδιού τους. Έτσι πολλοί είναι οι ορθοδοντικοί που προτείνουν την έναρξη ορθοδοντικής παρέμβασης σε παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού, υπάρχουν δε περιπτώσεις συμβουλών για έναρξη στην προσχολική ηλικία. Και στις δυο περιπτώσεις υφίσταται στο στόμα του παιδιού ένας μεγάλος αριθμός νεογιλών δοντιών (12 κατά κανόνα). Ας ξεκινήσουμε με την πρώτη και απόλυτα λογική παραδοχή: Ευθυγραμμίζει κανείς προφανώς μόνιμα δόντια, και όχι νεογιλά που οδηγούνται σε απόπτωση κατά την ανατολή των διαδόχων. Τα μόνιμα δόντια ανατέλλουν συνήθως στην ηλικία των 11-12 στο στόμα του παιδιού, γεγονός που σηματοδοτεί και την ιδανική στιγμή για την έναρξη μιας θεραπείας όχι μόνο από ιατρικής, αλλά κυρίως από ηθικής εκ μέρους του ορθοδοντικού άποψης.
Εκτός από τον προφανέστατη παράμετρο να μην υποβάλλει σε διαδικασία μετακίνησης νεογιλά δόντια που πρόκειται αργά η γρήγορα να αποπέσουν, υπάρχει και ακόμη ένας λόγος για την έναρξη της θεραπείας την στιγμή που ολοκληρώνεται ο μόνιμος οδοντικός φραγμός, που να ανατέλλει δηλαδή και τον τελευταίο μόνιμο δόντι. Ο λόγος αυτός είναι ο υπάρχων εκείνη την περίοδο ρυθμός εφηβικής ανάπτυξης (στα κορίτσια συμπίπτει με την έναρξη της έμμηνου ρύσεως), που επιταχύνει σημαντικά τις διαδικασίες κατά την διάρκεια μιας ορθοδοντικής θεραπείας και που αφορά την ηλικία των 11-12 στα κορίτσια και 12,5-14 στα αγόρια. Έτσι η αναμονή αυτής της περιόδου για την έναρξη μιας ενδεχόμενης παρέμβασης είναι καταλυτικής σημασίας για την αποτελεσματικότητά της σε όλα τα επίπεδα (ποιότητα, χρονική διάρκεια, κόστος). Παιδιά ηλικίας κάτω των 11 ετών πρέπει να τίθενται από ορθοδοντικής άποψης “σε αναμονή”, όσο αφορά τον προγραμματισμό της θεραπείας. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται χρονοβόρες παρεμβάσεις, που ειδικά στην περίπτωση της χρήσης κινητών συσκευών εκ μέρους του ορθοδοντικού στην πρώτη τους φάση, οδηγούν σε τεράστια επιβάρυνση και ταλαιπωρία τα παιδιά και τους κηδεμόνες τους.
Είναι ενδιαφέρον για ποιο λόγο οι απλοί και εύκολοι αυτοί κανόνες που αφορούν την έναρξη της θεραπείας δεν τηρούνται από πολλούς ορθοδοντικούς, με συνέπεια να είναι αμέτρητα τα περιστατικά παιδιών των πρώτων τάξεων του δημοτικού που βρίσκονται σε διαδικασία “θεραπείας” με μασελάκια. Πολλοί ορθοδοντικοί λοιπόν είναι ακόμη και σήμερα οπαδοί της λεγόμενης “πρώιμης θεραπείας”, επιδιώκοντας την έναρξη ορθοδοντικών παρεμβάσεων σε όσο μικρότερη ηλικία, με την πρώτη κυριολεκτικά επίσκεψη εκ μέρους των μικρών ασθενών στο ιατρείο τους. Η ηθικά απαράδεκτη τακτική αυτή δικαιολογείται εκ μέρους τους για δυο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι εξαιτίας της πρώιμης ενάρξεως δήθεν αποτρέπεται η επιδείνωση της κατάστασης μέχρι την ηλικία των 11-12, ενώ ο δεύτερος ότι μια πρώιμη θεραπεία δήθεν καθιστά την συνολική παρέμβαση λιγότερο πολύπλοκη και χρονοβόρα (!!!!). Η προπαγάνδα αυτού του είδους της αντιμετώπισης συνοψίζεται εύκολα στην γνωστή σε όλους φράση “όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα”, βάζοντας σε σκέψεις τι θα συνέβαινε αν οι συγκεκριμένοι συνάδελφοι είχαν την δυνατότητα να ξεκινήσουν την “θεραπεία” τους κατά την εμβρυική περίοδο ενός παιδιού. Η επιστημονική τεκμηρίωση αντίθετα καταδεικνύει ξακάθαρα ότι τόσο η χρονική διάρκεια, όσο και οι συνοδευόμενη οικονομική επιβάρυνση βρίσκονται σε συνάρτηση με την στιγμή της έναρξης της θεραπείας (όσο νωρίτερα η έναρξη, τόσο περισσότερο αυξάνονται χρονική διάρκεια και κόστος). Είναι επίσης επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι οι οδοντικές παρεκκλίσεις δεν επιβαρύνονται σημαντικά από την ηλικία των 6 μέχρι εκείνη των 12 ετών, αντιθέτως οι πλειοψηφία αυτών έχει μετά την ηλικία των 9,5-10 ετών τάση αυτοβελτίωσης. Η έναρξη μιας ορθοδοντικής θεραπείας στην ηλικία των 11-12 ετών αποτελεί λοιπόν στις περισσότερες των περιπτώσεων την πιο αποτελεσματική επιλογή για όλους τους εμπλεκόμενους (παιδιά, γονείς, ορθοδοντικούς). Ο πραγματικός λόγος για μια πρώιμη έναρξη ορθοδοντικής θεραπείας δεν αποτελεί μυστικό: είναι η συνθήκη επιπλέον οικονομικής επιβάρυνσης εξαιτίας της αυξημένης χρονικής διάρκειας της θεραπείας. Να σημειωθεί επιπλέον ότι ειδικά η χρήση κινητών συσκευών (μασελάκια) ή εξωστοματικού τόξου για την διενέργεια της πρώιμης ορθοδοντικής θεραπείας κρίνεται επιστημονικά ως απαρχαιωμένη και παρωχημένη μέθοδος. Είναι απολύτως επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι οι κινητές λειτουργικές συσκευές δεν ασκούν καμία επίδραση στην ανάπτυξη της γνάθου, στερούμενες παράλληλα την δυνατότητα να προάγουν μετακινήσεις των δοντιών σε όλα τα επίπεδα. Παρόλο που κατασκευάζονται ως επί το πλείστον σε κάθε είδους χαρούμενα χρώματα, κατά προτίμηση και με ενσωματωμένα σύμβολα του αγαπημένου ποδοσφαιρικού συλλόγου ή παιδικού ήρωα, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι δεν αποτελούν κατάλληλο μέσο παρέμβασης στην σύγχρονη ορθοδοντική θεραπεία.
Συμβουλή για τους γονείς: Η καθυστέρηση στην έναρξη της θεραπείας είναι καλύτερη για το παιδί σας
Το μόνο που μπορεί κανείς να συμβουλέψει κάθε γονέα είναι να μην εισακούσει τις προτροπές ειδικών και μη για έναρξη της ορθοδοντικής παρέμβασης πριν την ηλικία των 11-12 στα παιδιά του, ακόμη και αν τα επιχειρήματα που τους μεταφέρονται τους μοιάζουν λογικά. Σε πάνω από 90% των παιδιών που εμφανίζουν ορθοδοντική θεραπευτική ένδειξη, η με διαφορά καλύτερη επιλογή είναι η έναρξη με την ανατολή όλων των μονίμων δοντιών, δηλαδή στην ηλικία των 11-12 περίπου. Εξαιρέσεις αποτελούν οι πρόσθιες σταυροειδείς συγκλείσεις (ανάποδο δάγκωμα), οπίσθιες σταυροειδείς συγκλείσεις όταν συνοδεύονται από σημαντικές λειτουργικές αποκλίσεις και κάποια άλλα πολύ σπάνια και εξεζητημένα ευρήματα. Σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις δεν πλεονεκτεί η διένεργεια πρώιμης παρέμβασης εκείνης με έναρξη στο 11ο-12ο έτος της ηλικίας, ισχύει μάλλον το αντίθετο αν λάβει κανείς υπόψιν τις παραμέτρους που προαναφέρθηκαν. Ο κανόνας είναι να αναμένει κανείς την ανατολή όλων των δοντιών και την ολοκλήρωση του μονίμου οδοντικού φραγμού πριν την διενέργεια μιας ορθοδοντικής θεραπείας. Με αυτό τον τρόπο απαλλάσσονται τα παιδιά σας από μια μεγάλη και χρονοβόρα επιβάρυνση, ενώ περιορίζεται ταυτόχρονα και το κόστος της παρέμβασης.