Ο οπισθογναθισμός της κάτω γνάθου με ταυτόχρονη αυξημένη οριζόντια πρόταξη των προσθίων δοντιών είναι ένα από τα πιο συχνά ευρήματα μεταξύ των παιδιών, γεγονός που οδηγεί τους γονείς να αναζητήσουν ορθοδοντική ενημέρωση για την βαρύτητα και εξέλιξη αυτής της κατάστασης. Πολλοί ορθοδοντικοί προτείνουν βλέποντας μια τέτοια κλινική εικόνα την άμεση έναρξη της ορθοδοντικής θεραπείας, σε μια ηλικία των 8-10 ετών δηλαδή, όταν δεν έχουν ανατείλει ακόμη όλα τα μόνιμα δόντια. Η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθεί η πρώιμη αυτή έναρξη, είναι ότι είναι δυνατόν να επηρεαστεί με την θεραπεία η ανάπτυξη των γνάθων, ότι τα αποτελέσματα μιας τέτοιας παρέμβασης είναι καλύτερα και με μεγαλύτερη σταθερότητα και ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί να αποφευχθεί η διενέργεια εξαγωγών που θα ήταν με μεταγενέστερη έναρξη αναγκαίες.
Μέχρι το έτος 1990 δεν υπήρχε σαφής επιστημονική βάση που να καθόριζε την ιδανική από χρονικής άποψης θεραπευτική προσέγγιση περιστατικών με οπισθογναθισμό της κάτω γνάθου, καθιστώντας το τοπίο όσο αφορά τις διενεργούμενες ορθοδοντικές πρακτικές αρκετά ομιχλώδες. Αυτό άλλαξε το 1995 με την τυχαιοποιημένη και συστηματοποιημένη επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου του Chapel Hill (North Carolina) των ΗΠΑ. Οι ερευνητές μελέτησαν την επίδραση της πρώιμης έναρξης ορθοδοντικής θεραπείας σε 175 παιδιά ηλικίας 9,5 ετών κατά μέσο όρο. Τα παιδιά χωρίστηκαν με τυχαιοποιημένο τρόπο σε 3 ομάδες. Στις πρώτες δυο ομάδες διενεργήθηκε πρώιμη ορθοδοντική θεραπεία με κινητή λειτουργική και εξωστοματική συσκευή αντίστοιχα. Η τρίτη ομάδα έμεινα αρχικά δίχως ουδεμία παρέμβαση. Με την ολοκλήρωση της μόνιμης οδοντοφυΐας τοποθετήθηκε και στις τρεις ομάδες ακίνητη συσκευή για την επίτευξη όλων των θεραπευτικών στόχων. Αποδείχθηκε περίτρανα ότι δεν υπήρχε καμία διαφορά μεταξύ των 3 ομάδων τόσο στην ποιότητα του ορθοδοντικού αποτελέσματος, όσο και στην σκελετική ανάπτυξη των γνάθων. Το συμπέρασμα των ερευνητών, αν και για τους ίδιους μη αναμενόμενο, επιβεβαίωσε πως η διενέργεια πρώιμης θεραπείας οδηγεί σε πολύ μεγαλύτερες χρονικές διάρκειες και κόστη, επιβαρύνοντας δίχως κανένα ουσιαστικό ιατρικό λόγο τους μικρούς ασθενείς, ιδιαίτερα λόγο της χρήση κινητών συσκευών. Να αναφερθεί επίσης ότι το ποσοστό των περιπτώσεων όπου προέκυψε ανάγκη εξαγωγών πριν την τοποθέτηση της ακίνητης συσκευής ήταν ίδιο και στις 3 ομάδες των μικρών ασθενών, γεγονός που καθιστά την πρώιμη ορθοδοντική θεραπεία αναποτελεσματική και σε αυτό το επίπεδο. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διενέργεια πρώιμης παρέμβασης θα πρέπει να αποφεύγεται στην γενική πλειοψηφία εξαιτίας της μεγάλης χρονικής και οικονομικής επιβάρυνσης του περιστατικού και να επιλέγεται μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μικρών ασθενών που ωφελούνται εξαιτίας άλλων υπαρχουσών κλινικών παραμέτρων.
Βιβλιογραφία:
- Tulloch JF, Phillips C, Koch G, Proffit WR. The effect of early intervention on skeletal pattern in Class II malocclusion: a randomized clinical trial. Am J Orthod Dentofacial Orthop. 1997 Apr;111(4):391-400. PubMed PMID: 9109584
- Tulloch JF, Proffit WR, Phillips C. Outcomes in a 2-phase randomized clinical trial of early Class II treatment. Am J Orthod Dentofacial Orthop. 2004 Jun;125(6):657-67. PubMed PMID: 15179390